Νέα

Δημοσιοποίηση επικοινωνίας σχετικά με τον διαγωνισμό λογοτύπου του Υφυπουργείου Πολιτισμού (Μέρος Β)

Σε συνέχεια της προηγούμενης επικοινωνίας με το Υφυπουργείο Πολιτισμού σχετικά με τον διαγωνισμό λογοτύπου του Υφυπουργείου Πολιτισμού

Αξιότιμη Κα. Μιχάηλ,

Πιο κάτω παραθέτουμε τα σχόλια και τις παρατηρήσεις μας, όπως προκύπτουν από την τελευταία επικοινωνία.

2. Σύνθεση Κριτικής Επιτροπής:
Το Άρθρο 81 του Ν. 73(I)/2016 αναφέρει ότι τα μέλη της Κριτικής Επιτροπής πρέπει να είναι ανεξάρτητα από τους συμμετέχοντες, όχι απαραίτητα δημόσιοι λειτουργοί. Ούτε ορίζει ότι δεν μπορεί να συμμετέχει επαγγελματίας του κλάδου, αρκεί να μην έχει σύγκρουση συμφέροντος. Η ένταξη ενός ανεξάρτητου ειδικού, χωρίς εμπλοκή στον διαγωνισμό, όχι μόνο είναι συμβατή με το πνεύμα του νόμου, αλλά ενισχύει και την ποιότητα της αξιολόγησης. Επίσης αναφέρεται μέσα στο εν λόγω Άρθρο ρητά το πιο κάτω “Η κριτική επιτροπή απαρτίζεται αποκλειστικά από φυσικά πρόσωπα ανεξάρτητα από τους συμμετέχοντες στο διαγωνισμό μελετών. Όταν απαιτείται από τους συμμετέχοντες στο διαγωνισμό να διαθέτουν συγκεκριμένο επαγγελματικό προσόν, τουλάχιστον το ένα τρίτο των μελών της κριτικής επιτροπής διαθέτει το προσόν αυτό ή άλλο ισοδύναμο προσόν.” Η αντικειμενικότητα δεν διασφαλίζεται μόνο μέσω διοικητικής ιδιότητας, αλλά και μέσω τεχνικής επάρκειας και κριτηρίων αξιολόγησης που ευθυγραμμίζονται με τις διεθνείς βέλτιστες πρακτικές. Η αξιολόγηση προτάσεων λογοτύπου απαιτεί γνώσεις στη θεωρία και πράξη του σχεδιασμού, που μόνο επαγγελματίες του πεδίου διαθέτουν. Χωρίς αυτούς, η Επιτροπή ενδέχεται να αξιολογήσει επιφανειακά αισθητικά ή τυπικά στοιχεία και όχι τη λειτουργικότητα, συνέπεια και στρατηγική του σχεδιασμού. Η παρουσία ενός μέλους από την ΕΓΕΚ (ή άλλον ανεξάρτητο επαγγελματία) δεν υπονομεύει την αμεροληψία, εφόσον δεν συμμετέχει στον διαγωνισμό και τηρεί τις πρόνοιες του Κώδικα Δεοντολογίας. Αντίθετα, σε αντίστοιχους διαγωνισμούς διεθνώς (Design Council UK, AGI, Icograda, κ.ά.), η συμμετοχή επαγγελματιών του κλάδου είναι προϋπόθεση για την εγκυρότητα του αποτελέσματος. Η ΕΓΕΚ δεν ζητά ειδική μεταχείριση ή παρέκκλιση από τον νόμο. Ζητά τη θεσμική ενίσχυση της διαδικασίας με τη συμμετοχή επαγγελματιών που γνωρίζουν σε βάθος τις απαιτήσεις της οπτικής επικοινωνίας. Η παρουσία έμπειρων και ανεξάρτητων ειδικών στη σύνθεση της Κριτικής Επιτροπής όχι μόνο συμβαδίζει με τις αρχές αντικειμενικότητας και αμεροληψίας, αλλά αποτελεί προϋπόθεση για την παραγωγή ποιοτικού, τεκμηριωμένου και λειτουργικού σχεδιασμού.

3. Χρήση του όρου “Βραβείο”
Όταν το αποτέλεσμα αξιοποιείται από δημόσιο φορέα ως επίσημη οπτική του ταυτότητα, η σχέση είναι σαφώς σχέση ανάθεσης έργου με όλα τα συναφή επαγγελματικά δικαιώματα και υποχρεώσεις, άρα ο όρος «αμοιβή» είναι πιο ορθός και δίκαιος. Η εργασία δεν είναι δωρεά ούτε βραβείο τέχνης. Είναι προϊόν επαγγελματικού έργου που καλύπτεται από κανόνες πνευματικής ιδιοκτησίας και δίκαιης ανταμοιβής.

4. Αμοιβές – Β’ Φάση
Η επίκληση του “πραγματικού ανταγωνισμού” για να δικαιολογηθεί η συμμετοχή πέντε υποψηφίων χωρίς αμοιβή ή με ανεπαρκή ανταμοιβή, έρχεται σε αντίθεση με τις αρχές της επαγγελματικής ηθικής. Όταν ζητείται ολοκληρωμένη δημιουργική εργασία, οφείλει να υπάρχει επαρκής αμοιβή για όλους τους συμμετέχοντες στη Β’ Φάση, ανεξαρτήτως τελικού αποτελέσματος. Η πρακτική αυτή εφαρμόζεται ευρέως σε χώρες με υγιείς συνθήκες αγοράς δημιουργικών υπηρεσιών.

5. Υποβολή προτάσεων
Η ανωνυμία μπορεί να διασφαλιστεί πλήρως και ψηφιακά, χωρίς να επιβαρύνονται οι συμμετέχοντες με κόστη εκτυπώσεων και φυσικής παράδοσης. Η απαίτηση φυσικής υποβολής δεν είναι μόνο παρωχημένη, αλλά και δυσανάλογη για έναν διαγωνισμό που αφορά σύγχρονη, ψηφιακά παραγόμενη εργασία.

6. Έλλειψη χρονοδιαγράμματος για τη Β’ Φάση
Η μη δημοσίευση χρονοδιαγράμματος συνιστά έλλειψη διαφάνειας και σχεδιασμού. Η πρόβλεψη βασικού πλαισίου προθεσμιών είναι εφικτή και απαραίτητη ώστε οι επαγγελματίες να μπορούν να οργανώσουν τον χρόνο και τους πόρους τους. Το επιχείρημα περί απροσδιοριστίας δεν δικαιολογεί την παντελή έλλειψη προγραμματισμού.

7. Πνευματικά Δικαιώματα
Η απλή αναφορά στην απόκτηση δικαιωμάτων χρήσης από το Υφυπουργείο Πολιτισμού δεν επαρκεί για να διασφαλίσει τη νόμιμη και ηθική μεταβίβαση πνευματικών δικαιωμάτων. Σύμφωνα με το Άρθρο 11(1) του Νόμου περί Πνευματικής Ιδιοκτησίας, τα δικαιώματα ανήκουν κατ’ αρχήν στον δημιουργό, ακόμη και όταν το έργο δημιουργείται κατόπιν παραγγελίας, εκτός αν υπάρχει ρητή συμφωνία περί μεταβίβασης.

Επιπλέον, το Άρθρο 39 του ίδιου Νόμου ορίζει ρητά ότι σε περίπτωση μεταβίβασης ή αδειοδότησης αποκλειστικών δικαιωμάτων, ο δημιουργός δικαιούται σε δέουσα και αναλογική αμοιβή. Η αμοιβή αυτή πρέπει να αντιστοιχεί στην πραγματική ή δυνητική οικονομική αξία του έργου, λαμβάνοντας υπόψη τη συμβολή του δημιουργού, τη μελλοντική του χρήση, καθώς και τις πρακτικές της αγοράς. Επομένως, οποιαδήποτε χρήση του έργου από τον αναθέτοντα φορέα χωρίς δίκαιη οικονομική ανταπόδοση, ακόμη και στο πλαίσιο διαγωνισμού, παραβιάζει την ουσία και το πνεύμα της ισχύουσας νομοθεσίας.

Η πρόνοια περί μεταβίβασης των δικαιωμάτων χρήσης δεν μπορεί να θεωρείται αυτοδικαίως αποδεκτή με την υποβολή πρότασης ή τη βράβευση. Οφείλει να συνοδεύεται από σύμβαση ανάθεσης με σαφώς προσδιορισμένη και εύλογη αμοιβή, όπως άλλωστε προκύπτει και από τις διατάξεις του Άρθρου 39(3), το οποίο ενθαρρύνει τις συλλογικές διαπραγματεύσεις ανά τομέα εκμετάλλευσης.

Ο σχεδιασμός ενός επίσημου λογοτύπου για κρατικό φορέα συνιστά έργο μακράς διάρκειας και υψηλού συμβολισμού· οποιεσδήποτε συνθήκες εκμετάλλευσης που δεν διασφαλίζουν ισότιμη και δίκαιη ανταμοιβή του δημιουργού είναι ανεπίτρεπτες, νομικά, δεοντολογικά και επαγγελματικά.

Ο παρών διαγωνισμός, όπως έχει διαμορφωθεί, υποβαθμίζει την αξία του δημιουργικού έργου και παραβλέπει βασικά επαγγελματικά και νομικά πρότυπα. Αυτή η πρακτική δεν μπορεί να συνεχιστεί. Ως επίσημος φορέας εκπροσώπησης των επαγγελματιών του οπτικού σχεδιασμού, δηλώνουμε ξεκάθαρα ότι, σε περίπτωση που ο διαγωνισμός δεν ανακληθεί ή δεν επαναπροκηρυχθεί με όρους που διασφαλίζουν τη διαφάνεια, τη δίκαιη αμοιβή και τον σεβασμό των πνευματικών δικαιωμάτων, θα προχωρήσουμε στη λήψη όλων των αναγκαίων μέτρων, θεσμικών και νομικών, για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων των μελών μας και την προστασία του επαγγέλματος.

cagdi